LE ROY, Julien David. Les ruines des plus beaux monuments de la Grece, considérées du côté de l'histoire et du côté de l'architecture, τ. Ι, Παρίσι, Louis-François Delatour, MDCCLXX [1770].
O Γάλλος αρχιτέκτονας Julien-David Le Roy (περ.1724/1728-1803), γιος ωρολογοποιού, είχε ήδη βραβευτεί για τα αρχιτεκτονικά του έργα, όταν εγκαταστάθηκε στη Ρώμη για να σχεδιάσει το παλάτι Farnèse. Επιθυμούσε να λάβει μέρος σε αρχαιολογικές έρευνες αλλά μαθαίνοντας ότι οι Άγγλοι J. Stuart και Ν. Revett αποτύπωναν τα μνημεία της Αθήνας του ήρθε η επιθυμία να προλάβει να πραγματοποιήσει ο ίδιος αυτήν την ιδέα.
Έτσι, τον Μάιο του 1754 επιβιβάζεται σε πολεμικό γαλλικό πλοίο, που είχε προορισμό την Υψηλή Πύλη, και από κει διασχίζοντας το Αιγαίο φτάνει στην Αθήνα, μέσω Σμύρνης και Δήλου, τον Φεβρουάριο του 1755. Παρέμεινε λίγους μήνες και με τη βοήθεια των εκεί Καπουτσίνων και το κείμενο του Παυσανία ταυτίζει τα μνημεία, κάνει σχέδια και μετρήσεις και συνεχίζει τις έρευνες του στον Πειραιά, το Σούνιο, την Κόρινθο, τον Θορικό και τη Σπάρτη.
Επέστρεψε στη Γαλλία τον Ιούλιο του 1755 και πάντα με τη σκέψη να προλάβει την έκδοση των Άγγλων ανταγωνιστών του και με τη συνδρομή του κόμητα Caylus δημοσιεύει στα 1758 το εντυπωσιακό αυτό έργο, ενώ εσπευσμένα κυκλοφορεί η αγγλική (1759) και γερμανική (1764) έκδοση – και οι δύο όμως αρκετά πρόχειρες. Την ίδια χρονιά εκλέγεται μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Αρχιτεκτονικής και διορίζεται, στα 1762, ιστοριογράφος της Ακαδημίας, όπου και δίδαξε για σαράντα χρόνια. Συνέταξε μεταξύ άλλων και ένα έργο για την εξέλιξη των χριστιανικών ναών από τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου έως την εποχή του. Εφευρετικός και ευφάνταστος, αφού έγραψε δοκίμιο για τα αρχαία πλοία, κατασκεύασε, στα 1787, χωρίς μεγάλη επιτυχία, μία τριήρη.
Παρότι τα μνημεία των Αθηνών και όλα τα άλλα σχεδιάστηκαν και μετρήθηκαν επί τόπου, οι πίνακες του Le Roy υστερούν σε ακρίβεια από τους αντίστοιχους των Stuart και Revett, από τους οποίους εξάλλου δέχτηκε αυστηρή κριτική. Ο Le Roy όμως, σύμφωνα με τους αισθητικούς κανόνες της εποχής, πρεσβεύει ότι εικονιστικά όλα είναι επιτρεπτά, το θέμα υπερτερεί της εικόνας και η συγκίνηση είναι σημαντικότερη της αποτύπωσης. Τα μνημεία, της Αθήνας κυρίως, καταγράφονται σε δύο περιόδους, σε αυτά που ανήκουν στους χρόνους πριν από τον αιώνα του Περικλή και σε εκείνα που εντάσσονται στην εποχή μετά τον χρυσό αιώνα .
Στη δεύτερη αυτή έκδοση, στα 1770, υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει τη δεικτική αλλά και τεκμηριωμένη κριτική των Άγγλων αρχιτεκτόνων. Παρ’ όλα αυτά το έργο του Le Roy είχε μεγάλη επίδραση στην τέχνη και την αρχιτεκτονική της εποχής του, έτυχε θερμής υποδοχής και όλες οι καλλιτεχνικές δημιουργίες (στην τέχνη και την αρχιτεκτονική) καθορίσθηκαν πλέον από την τάση για επιστροφή στην τελειότητα της αρχαίας ελληνικής τέχνης.
Έτσι, το φανταστικό βασίλειο όπου τοποθετήθηκε τον 18ο αιώνα το ευρωπαϊκό όραμα για την Eλλάδα εκφράζεται, στην εικαστική ταξιδιωτική γραμματεία, κυρίως με τους, ανταγωνιστικούς προς τους Άγγλους Stuart και Revett, εξήντα πίνακες του περίφημου αυτού Γάλλου αρχιτέκτονα. Κυκλοφόρησαν ακριβώς την εποχή που ο επιφανής Γερμανός αρχαιογνώστης J.J. Winckelmann διακήρυξε τον «υπέρτατο ανθρωπισμό των Ελλήνων», «το ιδεώδες της καλαισθησίας της αρχαίας ελληνικής τέχνης» και που για το ευρωπαϊκό κοινό είχε ήδη αρχίσει τη διαδικασία εξιδανίκευσης της Αρχαιότητας.
Συντάκτης: Ιόλη Βιγγοπούλου
Θέματα (33)
-
Χάρτης του λιμένα του Πειραιά, της Μουνιχίας (σημερινό Μικρολίμανο) και του Φαλήρου.
-
Φανταστική απεικόνιση κάτοψης, όψης κιονοστοιχίας, κιονοκράνων και όψης ναού δωρικού ρυθμού.
-
Όψη κιόνων δωρικού ρυθμού, κάτοψη και άνοψη κιόνων και όψη κιονόκρανου.
-
Κάτοψη του Ναού του Ηφαίστου (Θησείο) και η ανατολική όψη του.
-
Kάτοψη του Ερεχθείου και όψη της ανατολικής πλευράς του ναού.
-
Χορηγικό Μνημείο του Λυσικράτη: Εικ. 1. Κάτοψη της βάσης. Εικ. 2. Κάτοψη της οροφής.